Όποτε την ποτίζω -συνήθως τα
Σαββατοκύριακα- νιώθω πως ημερεύει.
Πρασινίζει και μου ψιθυρίζει ευχαριστώ.
Προβάλλει δειλά -δειλά το άλικο
κύμα της, που θέλει να μ` αφομοιώσει.
Τη Δευτέρα, στρέφει τα νώτα της
στον βοριά, σαν να θέλει να αποδράσει.
Σε μισώ, μού μουρμουρά και πονάει
η βδομάδα.
Κάθεσαι να σκας για ένα λουλούδι;
Σήμερα, αύριο μπορεί να μαραθεί.
Μα φίλε μου καλέ, είναι βέβαιο
ότι, πριν μαραθεί, θ’ ανθίσει.
Πριν πεθάνει, θα ευωδιάσει. Αν θα
`μαι κοντά να το δω,
αν θα `μαι δίπλα να το μυρίσω, μ’
απασχολεί.
Να μην γνωρίσω ποτέ το άνθος της,
φοβάμαι μήπως και συμβεί.
Έχω μια τριανταφυλλιά, που ποτίζω
ανελλιπώς τα Σαββατοκύριακα.
Προσμένω το άρωμά της. Έστω ένα
γλυκό τσίμπημα, σαν χάδι.
Δεν είμαι σίγουρος πως μου αρκεί.
Δυστυχώς, πήγε κιόλας
Δευτέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου