Σκοντάφτω στη λακκούβα του δρόμου,
άγνωστος αντικριστά από πολλούς.
Ένα περιστέρι πετά ξυστά κι
άτεχνα σαν τη συνείδησή μου, πάνω απ’ την πόλη.
Η βιτρίνα των βιβλίων αντανακλά
τις εικόνες άλλης εποχής, κουρδίζοντας τον πόνο.
Λίγο πιο ΄κει ο λαχειοπώλης σπάει
τη μονότονη σιωπή της οχλαγωγίας και το πανό γράφει «τέλος».
Μα πώς μπορείς να βάλεις στοπ στη
ροή του τοπίου;
Ψηλά κτήρια, φυλακισμένες αισθήσεις
και μόνο η οσμή σε κάνει να ρουθουνίζεις την ιστορία.
Μουχλιασμένες ψευδαισθήσεις με
πολύχρωμα φαντεζί μπαλόνια κι ο σερβιτόρος να αλωνίζει χορεύοντας ανάμεσα στα
τραπέζια της αλλόκοτης παρακμής.
Σας παρακαλώ, μπορώ να έχω έναν
εσπρέσο; Χωρίς ζάχαρη, πικρή γεύση για το αβέβαιο μέλλον και για ένα απολεσθέν τότε.
Το ρολόι της Μητρόπολης χτύπησε
11.00 και το σμήνος ορμά φανατισμένα στα ίχνη του σουσαμιού που χύθηκε στο
έδαφος.
Ο μικρός κλαίει απαρηγόρητα και
μόνο η αστεία εικόνα του στον καθρέπτη αλλοιώνει κάπως την οδύνη της απώλειας.
Είναι κιόλας μεσημέρι και το
λεφούσι στροβιλίζεται μπροστά στο μέγαρο για να αποδράσει με την κάρτα εξόδου
στο χέρι.
Ο ήλιος λάμπει. Πάντα λάμπει σ’
αυτή την πόλη, ακόμα και όταν τα βαριά σύννεφα σβήνουν το αντιφέγγισμα των
υαλοκρυστάλλων.
Δεν έχω καν απομακρυνθεί παρά
μόνο ελάχιστα κι οι κόρνες είναι παρούσες να μου θυμίσουν πώς κάποτε ο χρόνος
βημάτιζε πιο αργά από τη φθορά.
Τώρα, η φθαρτότητα έχει γίνει η
καλύτερή μου φίλη κι αγκαζέ σκοντάφτουμε πάνω στην πινακίδα του Hotel ημιδιαμονής.
«Εισέρχεσθε ησύχως».
Αποφεύγουμε τα βλοσυρά βλέμματα των
άλλων και με σκυμμένο κεφάλι κάνουμε σλάλομ ανάμεσα στα βρώμικα σκεπάσματα του
άστεγου.
Απόγευμα, ώρα για έναν ελληνικό. Μακριά
από τις φωνές. Εκεί κάπου κρυμμένος στα φύλλα της εφημερίδας και μιας μωβ
μπουκαμβίλιας, καταχωνιασμένος στα
σκαλιά της παλιάς συνοικίας. Μπετόν παντού και τόσο λίγος ουρανός.
Κλείνω τα μάτια κι αντικρύζω ό,τι
μου λείπει. Μαρμάρινο απομεινάρι μνήμης επιχρισμένο μ’ ένα γκρίζο μπαλκόνι, μια
θέα που συνθλίβει το μυαλό μου, ένα άστυ που εδώ και καιρό έχει ξαναγραφτεί
πάνω στο ίδιο χαρτί.
Το αγαπάς ή το μισείς. Δεν
υπάρχει ενδιάμεσος χώρος. Μόνο γεύση αστικού χρόνου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου