Μιλάς; Δεν απαιτείται.
Απλώς, αφουγκράσου.
Πρόκειται για κρότο στολής.
Μουχλιασμένος φόβος αντάμα με χτύπο προσταγής.
Εσύ; Ένα έντομο.
Ένα μικρό κι άβουλο στόμα.
Στην άκρη του δρόμου, στη χαραμάδα των στιγμών,
κρυμμένο στην καταστολή της ύπαρξής σου.
Σφιγμένο και κλειστό.
Ίσα που φτάνεις μέχρι την άκρη του φεγγίτη.
Τι βλέπεις;
Μια ταράτσα.
Μια φτηνή κι ύπουλη εκδοχή της ντουλάπας σου.
Τα ρούχα σου μουλιασμένα και σκορπισμένα στα πλακάκια.
Τα φτερά σου βρεγμένα, σαν τα φύλλα της πόρτας. Δεν μπορείς
να τ’ ανοίξεις.
Ο κόσμος καίει. Ματώνει κάθε φορά που τον κοιτάς.
Δεν μιλάς. Δεν αντέχεις. Κουρνιάζεις σε μια εσοχή.
Σου χτυπούν. Μην σηκώσεις τη ματιά σου.
Δεν θέλουν το καλό σου.
Ξέχνα αυτό που βλέπεις. Έχει, ήδη, γίνει χθες.
Το αντιπροχθές ακόμα στοιχειώνει το αύριο.
Και μετά τι; Πάλι κρότος στολής.
Ελπίδα; Δεν απαιτείται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου