Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2022

Μάνα μου Ελλάς

 Τυραννισμένη και σωριασμένη στα ερείπιά σου⸳

Αναζητάς μια ρανίδα πορφύρας απ’ τα παιδιά σου.
Συνεχίζεις κάθε μέρα όλο και πιο πολύ να σταλάζεις αίμα.
Προστρέχεις στον κίνδυνό τους,
μια στοργική αγκαλιά για τα λάθη τους.
Στο νεκροκρέβατο της καλοσύνης σου,
έχεις έναν ψίθυρο παρηγοριάς.
Σαν άλλη μάνα απλώνεις συγχώρεση.
Αγνώμονες, στέκονται εμπρός σου με στεφάνια υποκρισίας.
Καπηλευτές στολισμένοι και άκυροι εμπνευστές της ιστορίας σου.
Εκεί στην άκρη της παρωδίας, ένα μικρό παιδί σ’ αγγίζει.
Φτωχοντυμένο και ξυπόλητο τεντώνει το χέρι του.
Κλείνεις τη χούφτα του.
Μια δέσμη ολάνθιστα γιασεμιά μοσχοβολούν στην παλάμη του.
Ένα πλατύ χαμόγελο απλώνεται στο πρόσωπό του σε ένιωσε.
Ευτυχία είναι η μάνα που μοιράζει ψωμί.
Αισιοδοξία είναι ο πατέρας που αγκαλιάζει τα παιδιά του.
Λαμπρή είναι η γη ν’ ανθίζει για όλους.
Δύναμη είναι να πατάς γερά στη γη με συνοδοιπόρους.
Πατρίδα σημαίνει να δεις μια μέρα με καλοσύνη τον κόσμο.
Ζωή γεννιέται, αν αγαπήσεις αληθινά έναν τόπο.

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2022

Οκτώβρης

 Σήμερα απόσταξα λίγη μοναξιά. Σκέφτηκα να πιώ μια γουλιά.

Είχε έρθει το τέλος της μέρας κι η κόπωση της οχλοβοής μεγάλη.
Ανέταξα τα σπασμένα μέλη του μυαλού και βυθίστηκα στην απομόνωση.
Άνοιξα την πόρτα να καλωσορίσω τη δροσιά της φθινοπωρινής αυγής.
Το χαμόγελο μιας ξέγνοιαστης Παρασκευής με γέμισε ελπίδα.
Με την οσμή του καπνού να ρουθουνίζει το βράδυ, γεύομαι το ζεστό κρασί.
Πορφυρό, σαν επανάσταση.
Ήταν το γνέψιμο των καρδιακών φίλων που με σήκωσαν από τη μελαγχολία.
Διέκρινα το θολό πρόσωπο του φτερωτού να με καλεί κοντά του.
Ο ύπνος γλυκός και ψυχρός, αναστάτωσε τον νου που αποζητά λίγη ηρεμία.
Άστε με να πλήξω στη γωνιά του εγκεφάλου που γράφει «μην ενοχλείτε».
Επιτέλους Σαββατοκύριακο, όλα τα όνειρα θα γίνουν πράξη.
Λίγος χρόνος να αρμέξω τη μέρα, πριν γυρίσει η σελίδα. Θα τα καταφέρω.
Είμαι αρκετά, ας μείνει οφειλή για την επόμενη φορά.
Προσμένω την αχλή του χειμώνα με ξηρούς καρπούς, για να γλυκάνω τη σκέψη.
Είναι κι αυτή η μαύρη νύχτα που διαρκεί. Σκοτάδι προετοιμασίας.
Όταν πλησιάσει το ξημέρωμα, θέλω να είμαι έτοιμος.
Μόνος. Με παρέα. Με έρωτα. Με ζωή.

Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2022

Σχολικόν έτος

Εκεί. Στην άκρη του χρόνου, μεταξύ θρανίου και σχολείου,
εναπόθεσα μια δέσμη μελλοντικών ονείρων.
Μικρός κι αφελής πάντα,
βρισκόμουν στο μεταίχμιο χρέους και φαντασίας.
Όποτε κέρδιζε η υποχρέωση, έσβηνε το όραμα.
Ξανά. Παίδευσα τη σκέψη με την Άλγεβρα,
τον νου με τη Γλώσσα.
Διαίρεσα το πλημμέλημα.
Εν τέλει πολλαπλασίασα το ψέμα.
Μεταξύ γινομένου και πηλίκου, αποκαθηλώνω τον χώρο.
Βροχής πεσούσης, κοιτώ το παράθυρο.
Η γενική απόλυτη γκριζάρει το τσιμέντο.
Με προσκαλεί να δραπετεύσω,
όμως το χρέος νικά τη φαντασία για ακόμη μία φορά.
Τα χρόνια μαθητείας παρήλθαν,
η εργασία αλητείας συνεχίζεται…
Εκπαιδεύτηκα μαθητής συνεπής κι επιμελής, δίχως φύση.
Μόνο σκυρόδεμα.
Ανταμοιβή μου το τίποτα.
Τώρα. Ίσως χαρίσω λίγα απ’ τα όνειρά μου,
έμαθα πια να υπηρετώ μόνο τα χρέη.

Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2022

Σεπτέμβρης

 

Σεπτέμβρης, ένας λοξός μήνας.
Σβήνει το θέρος, καθώς τα άνθη λιώνουν.
Όμως κάτι αντιστέκεται, που ξεπερνά τη θλίψη.
Εκεί που ξεκινά η μελαγχολία, βλέπεις έμπνευση.
Εκεί που η βροχή δυσθυμαίνει, αντικρύζεις δημιουργία.
Μήνας παραδοξοτήτων και οργασμών. Τελικά;
Δεν επιτρέπεις στη βροντή να πλαγιάσει.
Τρυγάς το «μ», αναζητώντας το μεδούλι του φθινοπώρου.
Το καλοκαίρι είναι εδώ. Τα λουλούδια λιωμένα, ακόμη αναπνέουν.
Κι εσύ, μπερδεμένος όπως πάντα, ζητάς απ’ τη Σελήνη καληνύχτα.
Μια ρουφιξιά καπνού, κι οι νύχτες απλώνουν υγρασία με ψύχρα.
Ο Σεπτέμβρης ήρθε,
σε σένα απομένει να επιλέξεις από τις αλλοκοτιές του!

Σάββατο 27 Αυγούστου 2022

Δεκαπενταύγουστος

Ένα μνημονικό κερί συνοδεύει την κατανυκτική εναπόθεση στο άλλοτε.

Έμεινα ώρες ακούγοντας το βαρύ, σαν ψαλμωδία, βουητό των κυμάτων.
Παρατηρούσα τη θάλασσα, οι εικόνες του χθες έτρεχαν να προαναγγείλουν το δείλι.
Το κάμα του Δεκαπενταύγουστου αναμετρούσε την οχλοβοή των τζιτζικιών.
Το μελτέμι ξέφευγε απ’ τα δεσμά του ήλιου καλπάζοντας στις άκρες του αρμυρικιού.
Όσο κι αν ξόδεψα από τη μνήμη μου, δεν μπόρεσα να επαναφέρω την αθωότητα.
Έμεινε κρυμμένη ανάμεσα στα πλακόστρωτα μονοπάτια.
Στις σχισμές της καλογυαλισμένης, από τον χρόνο, πέτρας
έθαψα την καλοκαιρινή ανεμελιά.
Φόρτισα το μυαλό με καλούδια του ονείρου και σμίκρυνα τον χρόνο.
Σε μια στιγμή απόμεινα μόνος και στεγνός με τη μυρωδιά του θυμαριού,
δίχως ένα χαλινάρι να τιθασεύει τον νου.
Κάπου εκεί στον ορίζοντα πρόβαλε το λευκό ξωκλήσι.
Το κερί άναψε, αλμυρίζοντας τα στενά και σκοτεινά σοκάκια της σκέψης μου.
Μέλι και κρασί, η οικεία οσμή, που συχνάζει κάθε Δεκαπενταύγουστο.

Πλαστοπροσωπία


Μια ζωή αναζητώ την ταυτότητα, απολέσας προ πολλού την προηγούμενη.
Βαδίζω διστακτικά πάνω σε κινούμενες εικόνες.
Μπροστά μου απλώνεται το λιβάδι στιγμών, μα εγώ διστάζω.
-Μήπως είδατε την ταυτότητά μου; Ήμουν μικρός, αλαζόνας, μ’ ένα σαρδόνιο χαμόγελο.
-Λυπάμαι κύριε, μάλλον τη χάσατε καθώς προχωρούσατε.
-Πιθανώς!
Ίσως τη λησμόνησα εσκεμμένα. Ίσως παραπάτησα στη γλιστερή μνήμη.
Κρυφακούω το μετά, αλλά μου διαφεύγουν ολόκληρες φράσεις.
Μόνο κάτι σκόρπιες λέξεις αρπάζω:
μεσήλικας, ταυτότητα, αγνώστων στοιχείων, πάσχων.
Ταξινομήθηκα στο αρχείο. Ίσως ασχοληθούν μαζί μου «μίαν ετέραν φοράν».
Προς το παρόν, προχωρώ και πάλι με αστάθεια, χωρίς συνειρμούς και όνειρα.
Μόνο αναμνήσεις στροβιλίζουν στον αέρα, κομματιασμένες κι αλειμμένες με αίμα.
-Ποιος είστε;
-Αν ήξερα, δεν θα έκανα τούτο το ταξίδι. Αναμένω να βρω σβησμένα ίχνη, απολεσθέντων αντικείμενων ή προσώπων.
Αναζητώ μια ταυτότητα έστω και (επί)πλαστή.

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2022

Αύγουστος

 Ο Τζίτζικας αναμετρά το ύψος του σε μια μονότονη συμφωνία.
Ο Αύγουστος, με τα ροδανά του χείλη, χλευάζει τη μεσημεριανή ζέση.
Ήρθε ο μήνας της ύπαρξής σου, μ’ έναν καφέ και λίγο δειλινό καπνό.
Η δροσιά του θαλασσινού μελτεμιού γνέφει στα στάχια που μύρισες χθες.
Μια βροντή ξάφνιασε τον ορίζοντα και συννέφιασε τη γαλήνη του προσώπου σου.
Απρόσμενη υγρασία κυκλώνει τα ηλιοκαμένα κορμιά, που ακούν τα έντομα να σωπαίνουν.
Επικεντρώθηκα σ’ αυτή τη Βελανιδιά του αποκαλόκαιρου, στην παχυλή σκιά του έρωτα.
Εκεί κατάλαβα τι σημαίνει Αύγουστος, όταν χάιδεψες τις νωθρές σκέψεις του μυαλού μου.
Χωρίς αιτιάσεις, μόνο λίγο κρασί και το φεγγάρι να προβάλλει απ’ τη φυλλωσιά χρειάστηκες...
για να μου πεις σ’ αγαπώ!
Ήταν ένα βράδυ του Αυγούστου που η φύση διάλεξε να αναθυμάται.
Το φθινόπωρο άργησε.

Σάββατο 18 Ιουνίου 2022

Αιγαίο Ζωής

Ακούμπησα το βλέμμα μου στην υγρή γεύση του πελάγου.
Μείξη οίνου κι αρχαίας αρμύρας,
Ενάλιο φως από μάρμαρο και χαλκό.
Βούτηξα τη σκέψη μου με τις αχτίδες του ήλιου, μισοκρυμμένες στις σμιλεμένες πέτρες της Ιστορίας.
Ανάμεσα σε ποντοπόρα ονείρων και ανθρωποκτόνες σχεδίες.
Αέναο σουλάτσο, μέσα στον χρόνο σε αγουροξυπνημένες ακτές και λιόγερμους φάρους.
Έρημες ψυχές, παντέρμοι τόποι, μόνοι συνοδοιπόροι ο Μαΐστρος κι ο Λεβάντες γνέφουν τις περιπέτειες όσων τόλμησαν να δρασκελήσουν.
Η επιτύμβια στήλη, στοιβαγμένη στον φρεσκοασπρισμένο τοίχο ενός ξωκλησιού, αγναντεύει το πέλαγο.
Το καντήλι, αιώνιο τρισάγιο στις ψυχές που διάβηκαν, ελπίδα για όσους αναγεννήθηκαν στα ηλιοστάλαχτα ρείθρα.
Μικρά και μεγάλα βράχια σπαρμένα καταμεσής των ταξιδιών, εξιστορούν πολιτισμούς.
Αιγαιοπελαγίτικες μεταμορφώσεις χρωματίζουν τα νερά από την Ανατολή ως τη Δύση, καθώς ο ήλιος αναβαπτίζεται στη θέληση της Ζωής.
Ένα νεαρό δελφίνι... παίζει με τις ιστορίες των ανθρώπων.

Πέμπτη 5 Μαΐου 2022

Για μια Ειρήνη

 Η περίσταση επιβάλλει λίγα άνθη μαγείας.
Δεν μπορώ να αλλάξω τον κόσμο για σένα,
κυλώ χαρά μικρών στιγμών προς το μέρος σου.
Ίσως και μια πράσινη κορδέλα, χωρίς φιόγκο.
Μισώ τα περιτυλίγματα.
Λατρεύεις το χάδι.
Άχθος καθημερινό κι ανέλπιδο,
αποζητάς
δυο κιλά αγκαλιάς για ένα αύριο ζοφώδες.
Δεν ξέρω πώς να τα προσφέρω.
Ψάχνω μέσα μου να βρω την τιμή ευκαιρίας.
Ίσως και μια μικρή έκπτωση, ένεκα της πολυετούς χρησικτησίας.
Τελικά, η συμφωνία κρίνεται επιτυχής.
Ένα φιλί χωρίς άνθη. Μια κορδέλα θα στολίσει την Ειρήνη,
ενώ τα παιδιά προσδιορίζουν τα χρώματά της.

Τρίτη 19 Απριλίου 2022

Επέκεινα

Απόσταση για το χθες που πληγώνει και το μετά που φοβίζει.

Διαβιώ στη φθορά χωρίς τη στιγμή της ανάτασης.

Μεταξύ καημού εποχούμενου και ξεγνοιασιάς αδρανούσης

βιώνω το σήμερα ξανά, εμπεδώνοντας την αλλεπάλληλη πλήξη.

Μια θνητότητα, που δεν αφήνει τη σάρκα ελεύθερη να κυματίσει

Ένα όνειρο εγκλωβισμένο στο δικαίωμα και όχι στην πράξη.

Ανάσταση, λοιπόν; Πιθανώς αλλού.

Δεν κατανοώ το επίμηκες του χώρου, ούτε το πρωθύστερο του χρόνου.

Μικραίνω ακόμα περισσότερο για να χωρέσω στην αγκαλιά του κόσμου.

Μα και πάλι, απουσιάζει η παραμυθία. Μένω απόκληρος του σύμπαντος.

Μεγάλος, γέρος κι ανήμπορος σ’ έναν πλατύ προβλήτα δίχως το χαμόγελο του φάρου.

Ανάσταση, λοιπόν; Μάλλον για άλλους.

Πόση πικρία κουβαλά το βλέμμα. Ο ήχος της φρίκης αντανακλά σε επεισόδια,

καθώς ο πόθος, λάγνος κι αμαρτωλός κρίνεται υποκριτής και φαρισαϊκός.

Το τέλος φωτεινό και παρήγορο, όχι γιατί αποδεικνύεται ως τέτοιο.

Αλλά, γιατί έτσι νομίζω ότι είναι, αποθέτοντας λίγη αθανασία στο ποτήρι της ζωής

Ανάσταση λοιπόν; Θεός αν είναι, δεν έχω κουράγιο να πω.


 

Ποιητική Λογιστική

(Στη μνήμη του Ν. Εγγονόπουλου) Αγουροξυπνημένος ο ουρανός αποζητά μια πρωινή ρουφηξιά. Τα ψηφία κατρακυλούν κι οι δείκτες μουντοί, καθηλωμέ...