Είχε έρθει το τέλος της μέρας κι η κόπωση της οχλοβοής μεγάλη.
Ανέταξα τα σπασμένα μέλη του μυαλού και βυθίστηκα στην απομόνωση.
Το χαμόγελο μιας ξέγνοιαστης Παρασκευής με γέμισε ελπίδα.
Με την οσμή του καπνού να ρουθουνίζει το βράδυ, γεύομαι το ζεστό κρασί.
Πορφυρό, σαν επανάσταση.
Ήταν το γνέψιμο των καρδιακών φίλων που με σήκωσαν από τη μελαγχολία.
Διέκρινα το θολό πρόσωπο του φτερωτού να με καλεί κοντά του.
Ο ύπνος γλυκός και ψυχρός, αναστάτωσε τον νου που αποζητά λίγη ηρεμία.
Άστε με να πλήξω στη γωνιά του εγκεφάλου που γράφει «μην ενοχλείτε».
Επιτέλους Σαββατοκύριακο, όλα τα όνειρα θα γίνουν πράξη.
Λίγος χρόνος να αρμέξω τη μέρα, πριν γυρίσει η σελίδα. Θα τα καταφέρω.
Είμαι αρκετά, ας μείνει οφειλή για την επόμενη φορά.
Προσμένω την αχλή του χειμώνα με ξηρούς καρπούς, για να γλυκάνω τη σκέψη.
Είναι κι αυτή η μαύρη νύχτα που διαρκεί. Σκοτάδι προετοιμασίας.
Όταν πλησιάσει το ξημέρωμα, θέλω να είμαι έτοιμος.
Μόνος. Με παρέα. Με έρωτα. Με ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου